glimpse
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
glimpse | glimpses |
glimpse (en)
Ρήμα[επεξεργασία]
ενεστώτας | glimpse |
γ΄ ενικό ενεστώτα | glimpses |
αόριστος | glimpsed |
παθητική μετοχή | glimpsed |
ενεργητική μετοχή | glimpsing |
glimpse (en)
Πηγές[επεξεργασία]
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 529. ISBN 9780194325684., λήμμα: ματιά