Μετάβαση στο περιεχόμενο

liveliness

Από Βικιλεξικό

Αγγλικά (en)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
liveliness < lively + -ness

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

liveliness (en) (μη μετρήσιμο)

  • η ζωντάνια, η ζωηράδα, η ζωηρότητα, η ζωή
    παράδειγμα  the liveliness of the description - η ζωντάνια της περιγραφής
    παράδειγμα  She had already lost the liveliness of her youth.
    Είχε πια χάσει τη ζωηράδα της νιότης της.
    παράδειγμα  His movements, his look, and the way he spoke had an impressive liveliness for his age.
    Οι κινήσεις του, το βλέμμα του και ο τρόπος που μιλούσε είχαν μια ζωηρότητα εντυπωσιακή για την ηλικία του.
    παράδειγμα  The liveliness of the colors of a painting.
    H ζωηρότητα των χρωμάτων μιας ζωγραφικής παράστασης.
    παράδειγμα  His presence gave a bit of liveliness to the house.
    Η παρουσία του έδωσε λίγη ζωή στο σπίτι.
     συνώνυμα: briskness, energy, life, go, gusto, oomph, pep, verve, vibrancy, vigor, vitality, vivacity