osiągalny
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
osiągalny < osiągać / osiągnąć
Επίθετο[επεξεργασία]
osiągalny (pl)
Κλίση[επεξεργασία]
Κλίση του επιθέτου osiągalny στα πολωνικά