pa
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
pa | pas |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
pa (en)
- (οικογένεια, προφορικό) ο μπαμπάς
Αφρικάανς (af)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
pa (af)
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Βασκικά (eu)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
pa (eu)
Ισπανικά (es)[επεξεργασία]
Πρόθεση[επεξεργασία]
pa (es)
Καταλανικά (ca)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
pa (ca)
Ολλανδικά (nl)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
pa (nl)
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Επιφώνημα[επεξεργασία]
pa (pl)
- χρησιμοποιείται ως οικείος αποχαιρετισμός, γεια
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Οικογένεια (αγγλικά)
- Προφορικοί όροι (αγγλικά)
- Γλώσσα αφρικάανς
- Ουσιαστικά (αφρικάανς)
- Βασκική γλώσσα
- Ουσιαστικά (βασκικά)
- Ισπανική γλώσσα
- Προθέσεις (ισπανικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ισπανικά)
- Καταλανική γλώσσα
- Ουσιαστικά (καταλανικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (ολλανδικά)
- Ολλανδική γλώσσα
- Ουσιαστικά (ολλανδικά)
- Πολωνική γλώσσα
- Επιφωνήματα (πολωνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (πολωνικά)