state
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
state | states |
state (en)
- κατάσταση
- πολιτεία
- κράτος
- (στις σχεσιακές βάσεις δεδομένων) βλ. relation state ή relation instance[1]
[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
state στην αγγλική Βικιπαίδεια
Ρήμα[επεξεργασία]
state (en)
[επεξεργασία]
- ↑ Μ.Χατζόπουλος, 2009, Το Σχεσιακό Μοντέλο - Σχεσιακή Άλγεβρα, Σχεσιακός Λογισμός, σελ. 20. Προσπέλαση 2020-02-06