stupid
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | stupid |
συγκριτικός | stupider / more stupid |
υπερθετικός | stupidest / most stupid |
Επίθετο
[επεξεργασία]stupid (en)
Σύνθετα
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]
Ρουμανικά (ro)
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]stupid (ro)
Επίρρημα
[επεξεργασία]stupid (ro)