surgery
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
surgery (en)
- η χειρουργική επέμβαση
- η χειρουργική
- το χειρουργείο
- (μεταφορικά) ιβέντ προσωπικής επαφής πολιτικού με το κοινό (της περιφέρειάς τους) συχνά με αμοιβαίες συζητήσεις ή απαντήσεις σε ερωτήματα