Μετάβαση στο περιεχόμενο

viable

Από Βικιλεξικό
παραθετικά
θετικός viable
συγκριτικός more viable
υπερθετικός most viable

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈvaɪəbəl/
 

Επίθετο

[επεξεργασία]

viable (en)

  • βιώσιμος, εφικτός, πραγματοποιήσιμος
      a viable solution - βιώσιμη λύση
      The goal of this fund is to achieve the improved, expanded, and viable use of basic social and economic services.
    Ο στόχος του ταμείου αυτού είναι να επιτύχει τη βελτιωμένη, επεκτεταμένη και βιώσιμη χρήση βασικών κοινωνικών και οικονομικών υπηρεσιών.
      I don’t consider an increase in our production viable.
    Δε θεωρώ εφικτή την αύξηση της παραγωγής μας.
      viable plans - πραγματοποιήσιμα σχέδια
     συνώνυμα:  δείτε τη λέξη realistic

Αντώνυμα

[επεξεργασία]



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
viable < vie

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /vjabl/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
viable viables

viable (fr)

Αντώνυμα

[επεξεργασία]