vie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ενεστώτας vie
γ΄ ενικό ενεστώτα vies
αόριστος vied
παθητική μετοχή vied
ενεργητική μετοχή vying

vie (en)



Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
vie vies

vie (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]



Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
via vie

vie (it)