videotape
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
videotape | videotapes |
videotape (en)
- μαγνητοταινία στην οποία καταγράφεται κινούμενη εικόνα και ήχος
Ρήμα[επεξεργασία]
ενεστώτας | videotape |
γ΄ ενικό ενεστώτα | videotapes |
αόριστος | videotaped |
παθητική μετοχή | videotaped |
ενεργητική μετοχή | videotaping |
videotape (en)