καρπός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Αλλαγή της σύνταξης του προτύπου ΔΦΑ |
Aibot (συζήτηση | συνεισφορές) μ Ρομπότ: Προσθήκη: uk:καρπός |
||
Γραμμή 119: | Γραμμή 119: | ||
[[nl:καρπός]] |
[[nl:καρπός]] |
||
[[pt:καρπός]] |
[[pt:καρπός]] |
||
[[uk:καρπός]] |
Αναθεώρηση της 11:24, 13 Ιουνίου 2008
Πρότυπο:=el= Πρότυπο:el-κλίσ-'ουρανός' Πρότυπο:-ετυμ-
- καρπός < Πρότυπο:προσχέδιο-ετυμ
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
καρπός αρσενικό
- άρθρωση του σνθρώπινου σώματος: εκεί που ενώνεται η παλάμη με την κερκίδα και την ωλένη
- το μέρος ενός φυτού που προέρχεται από το άνθος μετά τη γονιμοποίηση και περιέχει τους σπόρους· το φρούτο
- (μεταφορικά) το αποτέλεσμα
- (μεταφορικά) το παιδί
μέρος του σώματος
|