καρπός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Αλλαγή της σύνταξης του προτύπου ΔΦΑ
μ Ρομπότ: Προσθήκη: uk:καρπός
Γραμμή 119: Γραμμή 119:
[[nl:καρπός]]
[[nl:καρπός]]
[[pt:καρπός]]
[[pt:καρπός]]
[[uk:καρπός]]

Αναθεώρηση της 11:24, 13 Ιουνίου 2008

Πρότυπο:=el= Πρότυπο:el-κλίσ-'ουρανός' Πρότυπο:-ετυμ-

καρπός < Πρότυπο:προσχέδιο-ετυμ

Πρότυπο:-προφ-

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Πρότυπο:-ουσ-

ένας καρπός που περιβάλλεται από μαύρο επίδεσμο

καρπός αρσενικό

  1. άρθρωση του σνθρώπινου σώματος: εκεί που ενώνεται η παλάμη με την κερκίδα και την ωλένη
  2. το μέρος ενός φυτού που προέρχεται από το άνθος μετά τη γονιμοποίηση και περιέχει τους σπόρους· το φρούτο
  3. (μεταφορικά) το αποτέλεσμα
  4. (μεταφορικά) το παιδί

Πρότυπο:-μτφ-