ακορντεονίστας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ακορντεονίστας < (άμεσο δάνειο) γαλλική accordéoniste[1]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ακορντεονίστας αρσενικό (ακορντεονίστα θηλυκό)
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- παλαιά γραφή με πιστό μεταγραμματισμό: ακκορντεονίστας
Συγγενικά[επεξεργασία]
- ακορντεόν
- ακορντεονίστρια (θηλυκό, όρος που δεν χρησιμοποιείται συνήθως από τους ίδιους τους μουσικούς)
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ακορντεονίστας
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ ακορντεονίστας - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'γαλαξίας' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Μουσική (νέα ελληνικά)
- Επαγγέλματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)