χαραμής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- χαραμής < (άμεσο δάνειο) τουρκική harami[1]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /xa.ɾaˈmis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χα‐ρα‐μής
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
χαραμής αρσενικό
- (λαϊκό) ο ληστής, ο κλέφτης[1]
- ※ Ανοίξανε τα μάρμαρα και βγάλανε την κόρη. / — Δεν είδγια άγιο χαραμή, δεν είδγια άγιο ψεύτη, / να παραδίν’ τις χριστιανές σε Γενιτσάρη χέρια.
- Τ’ άϊ Γιώργη το τραγούδ’, δημοτικό τραγούδι, στο: Παρασκευόπουλος, Χαράλαμπος Δ. «Λαογραφικά Αψάλου», Αρχείον του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού, τόμ. Α′, 1934, σελ. 51
- ※ Ανοίξανε τα μάρμαρα και βγάλανε την κόρη. / — Δεν είδγια άγιο χαραμή, δεν είδγια άγιο ψεύτη, / να παραδίν’ τις χριστιανές σε Γενιτσάρη χέρια.
Συγγενικά[επεξεργασία]
- Χαραμής (επώνυμο)
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
χαραμής
→ δείτε τη λέξη ληστής |
Αναφορές[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- χαραμής - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'μπαλωματής' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λαϊκοί όροι (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα στίχους τραγουδιών (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)