μεγαλογράμματος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο μεγαλογράμματος η μεγαλογράμματη το μεγαλογράμματο
      γενική του μεγαλογράμματου της μεγαλογράμματης του μεγαλογράμματου
    αιτιατική τον μεγαλογράμματο τη μεγαλογράμματη το μεγαλογράμματο
     κλητική μεγαλογράμματε μεγαλογράμματη μεγαλογράμματο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι μεγαλογράμματοι οι μεγαλογράμματες τα μεγαλογράμματα
      γενική των μεγαλογράμματων των μεγαλογράμματων των μεγαλογράμματων
    αιτιατική τους μεγαλογράμματους τις μεγαλογράμματες τα μεγαλογράμματα
     κλητική μεγαλογράμματοι μεγαλογράμματες μεγαλογράμματα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Σιναϊτικός κώδικας με μεγαλογράμματη γραφή

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μεγαλογράμματος < μεγαλο- + γράμμα, γραμματ- + -ος
Διαφορετικό το μεσαιωνικό μεγαλογράμματος.

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /me.ɣa.loˈɣɾa.ma.tos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: με‐γα‐λο‐γράμ‐μα‐τος

Επίθετο[επεξεργασία]

μεγαλογράμματος, -η, -ο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μεγαλογράμματος < μεγαλο- + γράμμα, γραμματ- + -ος
Διαφορετικό το νεοελληνικό μεγαλογράμματος.

Επίθετο[επεξεργασία]

μεγαλογράμματος

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ και δείτε τις λέξεις μεγάλος, μέγας, γράμμα και γράφω

Πηγές[επεξεργασία]