Αζαμόπουλος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Αζαμόπουλος | οι | Αζαμόπουλοι & Αζαμοπουλαίοι1 |
γενική | του | Αζαμόπουλου & Αζαμοπούλου |
των | Αζαμόπουλων2 & Αζαμοπουλαίων |
αιτιατική | τον | Αζαμόπουλο | τους | Αζαμόπουλους3 & Αζαμοπουλαίους |
κλητική | Αζαμόπουλε | Αζαμόπουλοι & Αζαμοπουλαίοι | ||
1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι. 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Αζαμοπούλων 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Αζαμοπούλους | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Αζαμόπουλος < + -όπουλος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Αζαμόπουλος αρσενικό (θηλυκό Αζαμοπούλου)