Αξενόπουλος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Αξενόπουλος | οι | Αξενόπουλοι & Αξενοπουλαίοι1 |
γενική | του | Αξενόπουλου & Αξενοπούλου |
των | Αξενόπουλων2 & Αξενοπουλαίων |
αιτιατική | τον | Αξενόπουλο | τους | Αξενόπουλους3 & Αξενοπουλαίους |
κλητική | Αξενόπουλε | Αξενόπουλοι & Αξενοπουλαίοι | ||
1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι. 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Αξενοπούλων 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Αξενοπούλους | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Αξενόπουλος < + -όπουλος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Αξενόπουλος αρσενικό (θηλυκό Αξενοπούλου)