Απιδόπουλος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Απιδόπουλος | οι | Απιδόπουλοι & Απιδοπουλαίοι1 |
γενική | του | Απιδόπουλου & Απιδοπούλου |
των | Απιδόπουλων2 & Απιδοπουλαίων |
αιτιατική | τον | Απιδόπουλο | τους | Απιδόπουλους3 & Απιδοπουλαίους |
κλητική | Απιδόπουλε | Απιδόπουλοι & Απιδοπουλαίοι | ||
1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι. 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Απιδοπούλων 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Απιδοπούλους | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Απιδόπουλος < + -όπουλος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Απιδόπουλος αρσενικό (θηλυκό Απιδοπούλου)