Ασκίτης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Ασκίτης οι Ασκίτηδες
      γενική του Ασκίτη* των Ασκίτηδων
    αιτιατική τον Ασκίτη τους Ασκίτηδες
     κλητική Ασκίτη Ασκίτηδες
 * Και λόγια γενική ενικού Ασκίτου
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ασκίτης < + -ίτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Ασκίτης αρσενικό (θηλυκό Ασκίτη ή Ασκίτου)

Μεταγραφές[επεξεργασία]