Βαμβακίτης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Βαμβακίτης | οι | Βαμβακίτηδες |
γενική | του | Βαμβακίτη* | των | Βαμβακίτηδων |
αιτιατική | τον | Βαμβακίτη | τους | Βαμβακίτηδες |
κλητική | Βαμβακίτη | Βαμβακίτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Βαμβακίτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Βαμβακίτης < + -ίτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Βαμβακίτης αρσενικό (θηλυκό Βαμβακίτη ή Βαμβακίτου)