βρόχος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Αντικατάσταση της λέξης "μέχρι" καθώς έχει δυνητικά ιδιαίτερη σημασία στον προγραμματισμό.
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη fr
Γραμμή 66: Γραμμή 66:
[[chr:βρόχος]]
[[chr:βρόχος]]
[[en:βρόχος]]
[[en:βρόχος]]
[[fr:βρόχος]]
[[mg:βρόχος]]
[[mg:βρόχος]]
[[ru:βρόχος]]
[[ru:βρόχος]]

Αναθεώρηση της 11:51, 16 Μαρτίου 2017

Δείτε επίσης: βρόγχος

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'δρόμος'

Ετυμολογία

βρόχος < αρχαία ελληνική βρόχος

Ουσιαστικό

βρόχος αρσενικό

  1. (λόγιο) η θηλιά σε μία κρεμάλα
    Αυτοκτόνησε κάνοντας βρόχο με το καλώδιο της σόμπας.
  2. (κατ’ επέκταση) οτιδήποτε σφίγγει και πνίγει
  3. Πρότυπο:πληροφ σύνολο εντολών προγραμματισμού που επαναλαμβάνονται κυκλικά υπό μία συνθήκη
  4. Πρότυπο:ηλεκτρολ κλάδοι δικτύου που αναπτύσσονται σε κλειστή (κυκλική) διαδρομή

Μεταφράσεις