προέρχομαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
+ety
Γραμμή 2: Γραμμή 2:


==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ|}} < [[πρό]] + [[ἔρχομαι]]
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ|}} < [[πρό]] + [[ἔρχομαι]] (πηγαίνω μπροστά, φεύγω). Η νεότερη σημασία, {{σμσδ|el|fr}} {{λ|provenir|fr}} <ref>{{Β:ΛΚΝ}}</ref>


==={{ρήμα|el}}===
==={{ρήμα|el}}===
'''{{PAGENAME}}''' ''παρατατικός'': '''προερχόμουν''' ''αόριστος:'' '''προήλθα''' (''προφορικά'': προήρθα)
'''{{PAGENAME}}'''
#{{κυριολ}} {{μτφρ}} [[έρχομαι]] από κάποιο μέρος ή τόπο, [[εκπορεύομαι]], [[πηγάζω]]
#{{κυριολ}} [[έρχομαι]] από κάποιο μέρος ή τόπο,
#{{μτφρ}} [[εκπορεύομαι]], [[πηγάζω]]
#[[κατάγομαι]]
#[[κατάγομαι]]


Γραμμή 14: Γραμμή 15:
===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}
* {{en}} : {{τ|en|originate}}, {{τ|en|spring}} [[from]], {{τ|en|come from}} ''ιδρύθηκα, ανακαλύφθηκα, επινοήθηκα, πρωτοπαρασκευάστηκα, πρωτοχτίστηκα κτλ'': {{τ|en|harken back}}
* {{en}} : {{τ|en|originate}}, {{τ|en|spring}} [[from]], {{τ|en|come from}}, (''ΗΠΑ, μεταφορικά'') {{τ|en|harken back}}
<!-- * {{sq}} : {{τ|sq|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{sq}} : {{τ|sq|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|ΧΧΧ}} -->
Γραμμή 69: Γραμμή 70:


{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}

==={{αναφορές}}===
<references/>



{{κλείδα-ελλ}}
{{κλείδα-ελλ}}

Αναθεώρηση της 18:18, 25 Ιουλίου 2018

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

προέρχομαι < αρχαία ελληνική προέρχομαι < πρό + ἔρχομαι (πηγαίνω μπροστά, φεύγω). Η νεότερη σημασία, (σημασιολογικό δάνειο) νέα ελληνική provenir [1]

Ρήμα

προέρχομαι παρατατικός: προερχόμουν αόριστος: προήλθα (προφορικά: προήρθα)

  1. (κυριολεκτικά) έρχομαι από κάποιο μέρος ή τόπο,
  2. (μεταφορικά) εκπορεύομαι, πηγάζω
  3. κατάγομαι

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Αναφορές