αγριοφωνάρα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ από el-κλίσ- σε el-κλίση- |
|||
Γραμμή 18: | Γραμμή 18: | ||
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|XXX}} --> |
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|XXX}} --> |
||
<!-- * {{br}} : {{τ|br|XXX}} --> |
<!-- * {{br}} : {{τ|br|XXX}} --> |
||
* {{fr}} : {{τ|fr|vocifération}}, {{τ|fr|braillement}} |
|||
<!-- * {{de}} : {{τ|de|XXX}} --> |
<!-- * {{de}} : {{τ|de|XXX}} --> |
||
<!-- * {{eo}} : {{τ|eo|XXX}} --> |
<!-- * {{eo}} : {{τ|eo|XXX}} --> |
Αναθεώρηση της 18:54, 18 Μαΐου 2021
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | αγριοφωνάρα | οι | αγριοφωνάρες |
γενική | της | αγριοφωνάρας | — | |
αιτιατική | την | αγριοφωνάρα | τις | αγριοφωνάρες |
κλητική | αγριοφωνάρα | αγριοφωνάρες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
Ουσιαστικό
αγριοφωνάρα θηλυκό
- άγρια δυνατή φωνή, συνήθως κάποιου που είναι πολύ θυμωμένος και επιπλήττει κάποιους άλλους
- ηχηρή ενοχλητική φάλτσα φωνή συνήθως αντιπαθητικού ατόμου
- Αν η αγριοφωνάρα σου δεν πάψει πάραυτα, θα σε ταΐσω σιγή με τον τρόπο που ξέρω!
Μεταφράσεις
αγριοφωνάρα