Ελληνορώσος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /e.li.noˈɾo.sos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ελ‐λη‐νο‐ρώ‐σος
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ελληνορώσος αρσενικό (θηλυκό Ελληνορωσίδα)
- (εθνικό όνομα) αυτός που έχει μερική καταγωγή από την Ελλάδα και μερική καταγωγή από τη Ρωσία
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Ελληνορώσος
|