Ιμαλάια
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | τα | Ιμαλάια | ||
| γενική | των | Ιμαλαΐων | ||
| αιτιατική | τα | Ιμαλάια | ||
| κλητική | Ιμαλάια | |||
| Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||

Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ιμαλάια < (άμεσο δάνειο) αγγλική Himalaya < σανσκριτική हिमालय (himālaya, κατοικία των χιονιών)[1]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /i.maˈla.i.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ι‐μα‐λά‐ι‐α
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ιμαλάια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πρόσωπο' χωρίς ενικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς ενικό (νέα ελληνικά)
- Δάνεια - τοπωνύμια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων - τοπωνύμια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων - τοπωνύμια από τα σανσκριτικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Οροσειρές της Ασίας (νέα ελληνικά)
- Οροσειρές (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ασίας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)