Νεοφιλαδελφειώτης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Νεοφιλαδελφειώτης < συχνή γραφή με την επίδραση του έψιλον γιώτα στο Φιλαδέλφεια) < (Νέ(α) Φιλαδέλφ(εια), προάστιο της Αθήνας) Νεο- + (Φιλαδέλφει(α) + -ώτης δείτε τη Συζήτηση:Νεοφιλαδελφειώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ne.o.fi.la.ðelˈfço.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Νε‐ο‐φι‐λα‐δελ‐φειώ‐της
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Νεοφιλαδελφειώτης αρσενικό (θηλυκό Νεοφιλαδελφειώτισσα)
- (πατριδωνυμικό) συχνή γραφή του Νεοφιλαδελφιώτης
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Νεοφιλαδελφειώτης
|
Πηγές[επεξεργασία]
- «Φιλαδέλφεια (& Φιλαδελφιώτης)» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
- -ιώτης - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας