Ποντικονήσι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Ποντικονήσι | τα | Ποντικονήσια |
γενική | του | Ποντικονησιού | των | Ποντικονησιών |
αιτιατική | το | Ποντικονήσι | τα | Ποντικονήσια |
κλητική | Ποντικονήσι | Ποντικονήσια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. Συνήθως στον ενικό. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ποντικονήσι < καθαρεύουσα Ποντικονήσιον. Μορφολογικά αναλύεται σε ποντικ(ός) + -ο- + -νήσι
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /pon.di.koˈni.si/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πο‐ντι‐κο‐νή‐σι
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ποντικονήσι ουδέτερο
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Ποντικονήσι
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τραγούδι' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων - τοπωνύμια από την καθαρεύουσα (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια με επίθημα -νήσι (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Νησίδες της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Νησίδες (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)