Ρουμανιώτης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ρουμανιώτης | οι | Ρουμανιώτηδες |
γενική | του | Ρουμανιώτη* | των | Ρουμανιώτηδων |
αιτιατική | τον | Ρουμανιώτη | τους | Ρουμανιώτηδες |
κλητική | Ρουμανιώτη | Ρουμανιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Ρουμανιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Ρουμανιώτης < + -ιώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Ρουμανιώτης αρσενικό (θηλυκό Ρουμανιώτη ή Ρουμανιώτου)