Φραντζολάκης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Φραντζολάκης < Φραντζολ(άς) + -άκης → δείτε τη λέξη φραντζόλα
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Φραντζολάκης αρσενικό (θηλυκό Φραντζολάκη)