Μετάβαση στο περιεχόμενο

αγγελάκι

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: ἀγγελάκι
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το αγγελάκι τα αγγελάκια
      γενική
    αιτιατική το αγγελάκι τα αγγελάκια
     κλητική αγγελάκι αγγελάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αγγελάκι < μεσαιωνική ελληνική ἀγγελάκι.[1][2] Μορφολογικά αναλύεται σε άγγελος + υποκοριστικό επίθημα -άκι.

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /aŋ.ɟeˈla.ci/
ομόηχο: Αγγελάκη
τυπογραφικός συλλαβισμός: αγγελάκι

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

αγγελάκι ουδέτερο

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. αγγελάκι -  Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. αγγελάκι - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)