Μετάβαση στο περιεχόμενο

ανεμολόγιο

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ανεμολόγιο τα ανεμολόγια
      γενική του ανεμολόγιου
& ανεμολογίου
των ανεμολόγιων
& ανεμολογίων
    αιτιατική το ανεμολόγιο τα ανεμολόγια
     κλητική ανεμολόγιο ανεμολόγια
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ανεμολόγιο ναυτικού χάρτη

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ανεμολόγιο < ανεμο- + -λόγιο

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /a.ne.moˈlo.ʝi.o/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ανεμολόγιο

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ανεμολόγιο ουδέτερο

  1. πυξίδα και χάρτης για την κατεύθυνση των ανέμων για τη ναυσιπλοΐα
      οἱ ἄνεμοι πού δέν εἶναι οἱ τέσσερις, οἱ ὀχτώ, οἱ δεκαέξι ἢ οἱ τριάντα δύο πού ὀνομάζει τό ἀνεμολόγιο, ἀλλά οἱ ἄπειρες πνοές πού ξεκινοῦν ἀπό τά ἄπειρα σημεῖα τοῦ σύμπαντος, τόσες ὅσες καί οἱ ἀκτίνες ἑνός κύκλου. (Γιάννης Κιουρτσάκης, Βίωμα νησιωτικό: η νοσταλγία του κέντρου και η αναζήτηση του Αλλού, στο περιοδικό Νέα Εστία τχ. 1758 (Ιούλιος-Αύγουστος 2003), τόμ. 154, σελ. 41)
  2. η ονομασία των ανέμων και ο καθορισμός τους

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]