Μετάβαση στο περιεχόμενο

αρπιστής

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αρπιστής οι αρπιστές
      γενική του αρπιστή των αρπιστών
    αιτιατική τον αρπιστή τους αρπιστές
     κλητική αρπιστή αρπιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αρπιστής < από το άρπα και την κατάληξη -ιστής

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

(μουσική)
αρπιστής αρσενικό, (θηλυκό αρπίστρια)

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]



αρχαίο πήλινο αγαλματίδιο αρπίστριας (Μουσείο Λούβρου)

ζητούμενο λήμμα