αρραβωνιάσματα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | αρραβωνιάσματα | ||
γενική | των | αρραβωνιασμάτων | ||
αιτιατική | τα | αρραβωνιάσματα | ||
κλητική | αρραβωνιάσματα | |||
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αρραβωνιάσματα: πληθυντικός αριθμός του αρραβώνιασμα, κληρονομημένο από τη μεσαιωνική ελληνική ἀρραβωνιάσματα
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /a.ɾa.voˈɲa.zma.ta/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : αρ‐ρα‐βω‐νιά‐σμα‐τα
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]αρραβωνιάσματα ουδέτερο στον πληθυντικό
- η τελετή του αρραβώνα, το αρραβώνιασμα
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]- αρρεβωνιάσματα (λαϊκότροπο)
- σπανιότερα απαντά ο ενικός αρραβώνιασμα
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη αρραβώνας
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αρραβωνιάσματα
|
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]αρραβωνιάσματα ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αρραβώνιασμα
Πηγές
[επεξεργασία]- αρραβώνιασμα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- αρραβώνιασμα - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- αρραβώνιασμα - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'όνομα' στον πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά στον πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Κλιτικοί τύποι ουσιαστικών (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)