βροχοκουρτίνα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- βροχοκουρτίνα < βροχο- + κουρτίνα• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /vɾo.xo.kuɾˈti.na/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : βρο‐χο‐κουρ‐τί‐να
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]βροχοκουρτίνα θηλυκό
- (μετεωρολογία) τοπική και συνήθως έντονη βροχόπτωση, η οποία από απόσταση μοιάζει με κουρτίνα
- ※ Όπως βλέπετε στο παραπάνω σχήμα διακρίνουμε ένα σύννεφο καταιγιδοφόρο το οποίο έχει στην μέση την λεγόμενη «βροχοκουρτίνα» για εμάς τους ερασιτέχνες μετεωρολόγους ,δηλαδή εκεί που σημειώνεται ο ισχυρός υετός.
- Γιατί ο καιρός επηρεάζει τα αεροπλάνα;, meteoclub.gr, 16 Μαΐου 2015
- ※ [...], λίγες ώρες μετά την πρωινή κακοκαιρία εμφανίστηκε μια «βροχοκουρτίνα» πάνω από την θάλασσα, ενώ ο ήλιος που ανέτειλε από πίσω, εντυπωσίασε τους πρωινούς οδοιπόρους και οδηγούς που κινούνταν εκείνη την ώρα στην Εθνική Οδό.
- Κρήτη: Βροχοκουρτίνα μαγεύει τους περαστικούς, xalazi.gr, 25 Σεπτεμβρίου 2016
- ※ Οι βροχοκουρτίνες είναι χαρακτηριστικό μετεωρολογικό φαινόμενο σε περιόδους άστατου καιρού, όπως ακριβώς συμβαίνει στη χώρα τις τελευταίες ημέρες με τις αλλεπάλληλες εναλλαγές ήλιου - καταιγίδας.
- Εντυπωσιακές εικόνες: Τι είναι η βροχοκουρτίνα που εμφανίστηκε στον ουρανό της Πρέβεζας, thetoc.gr, 25 Ιουνίου 2020
- ※ Όπως βλέπετε στο παραπάνω σχήμα διακρίνουμε ένα σύννεφο καταιγιδοφόρο το οποίο έχει στην μέση την λεγόμενη «βροχοκουρτίνα» για εμάς τους ερασιτέχνες μετεωρολόγους ,δηλαδή εκεί που σημειώνεται ο ισχυρός υετός.
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] βροχοκουρτίνα
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα βροχο- (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Μετεωρολογία (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)