γκρουπάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το γκρουπάκι τα γκρουπάκια
      γενική
    αιτιατική το γκρουπάκι τα γκρουπάκια
     κλητική γκρουπάκι γκρουπάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γκρουπάκι < γκρουπ + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

γκρουπάκι ουδέτερο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]