δᾴς
(Ανακατεύθυνση από δάς)
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | δᾴς | αἱ | δᾷδες |
γενική | τῆς | δᾳδός | τῶν | δᾴδων* |
δοτική | τῇ | δᾳδῐ́ | ταῖς | δᾳσῐ́(ν) |
αιτιατική | τὴν | δᾷδᾰ | τὰς | δᾷδᾰς |
κλητική ὦ! | δᾴς | δᾷδες | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | δᾷδε | ||
γεν-δοτ | τοῖν | δᾳδοῖν | ||
* Η γενική πληθυντικού τονίζεται στην παραλήγουσα παρά τον κανόνα των μονοσύλλαβων τριτόκλιτων (γενικές σε -ῶν). Δείτε και τη γενική πληθυντικού δαΐδων του δαΐς. | ||||
3η κλίση, Κατηγορία 'μονοσύλλαβα' όπως «εξαιρέσεις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- δᾴς < δαίω (καίω) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
δᾴς θηλυκό
- αττικός τύπος του δαΐς
Σύνθετα[επεξεργασία]
→ και δείτε τη λέξη δαΐς
Πηγές[επεξεργασία]
- δαΐς - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- δαΐς - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά μονοσύλλαβα με εξαιρέσεις (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 3ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 3ης κλίσης θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά οξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά οξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις οξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αττική διάλεκτος
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)