δομή δεδομένων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | δομή δεδομένων | οι | δομές δεδομένων |
γενική | της | δομής δεδομένων | των | δομών δεδομένων |
αιτιατική | τη | δομή δεδομένων | τις | δομές δεδομένων |
κλητική | δομή δεδομένων | δομές δεδομένων | ||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- δομή δεδομένων < μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική data structure → δείτε τις λέξεις δομή και δεδομένα
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]δομή δεδομένων
- (επιστήμη υπολογιστών) οργάνωση των δεδομένων για την αποδοτικότερη διαχείριση και αποθήκευσή τους. Είναι θεωρητική κατασκευή, της οποίας η εφαρμογή στις γλώσσες προγραμματισμού λέγεται τύπος δεδομένων (data type)
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] δομή δεδομένων
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ψυχή' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Πολυλεκτικοί όροι με ένα κλιτό (νέα ελληνικά)
- Κλίση θηλυκών πολυλεκτικών όρων με ένα κλιτό (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Πολυλεκτικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Επιστήμη υπολογιστών (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)