εθιμοτυπία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η εθιμοτυπία οι εθιμοτυπίες
      γενική της εθιμοτυπίας των εθιμοτυπιών
    αιτιατική την εθιμοτυπία τις εθιμοτυπίες
     κλητική εθιμοτυπία εθιμοτυπίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εθιμοτυπία < έθιμο + τύπος + -ία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

εθιμοτυπία θηλυκό

  • το σύνολο των καθιερωμένων κανόνων κόσμιας συμπεριφοράς, και ειδικότερα αυτών που επικρατούν κατά τη διάρκεια επίσημων τελετών

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]