ενδοκράνιος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]


↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ενδοκράνιος η ενδοκράνια το ενδοκράνιο
      γενική του ενδοκράνιου της ενδοκράνιας του ενδοκράνιου
    αιτιατική τον ενδοκράνιο την ενδοκράνια το ενδοκράνιο
     κλητική ενδοκράνιε ενδοκράνια ενδοκράνιο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ενδοκράνιοι οι ενδοκράνιες τα ενδοκράνια
      γενική των ενδοκράνιων των ενδοκράνιων των ενδοκράνιων
    αιτιατική τους ενδοκράνιους τις ενδοκράνιες τα ενδοκράνια
     κλητική ενδοκράνιοι ενδοκράνιες ενδοκράνια
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «θαυμάσιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Επίθετο[επεξεργασία]

ενδοκράνιος (el) αρσενικό, θηλυκό, ουδέτερο