ιονοσφαιρικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ιονοσφαιρικός < ιονόσφαιρα
Επίθετο[επεξεργασία]
ιονοσφαιρικός, -ή, -ό
- σχετικός με την ιονόσφαιρα
- ιονοσφαιρικός ιονισμός
- ιονοσφαιρικό ραντάρ
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ιονοσφαιρικός