καπιτάλι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: καπιτάλα

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το καπιτάλι τα καπιτάλια
      γενική
    αιτιατική το καπιτάλι τα καπιτάλια
     κλητική καπιτάλι καπιτάλια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

καπιτάλι < (άμεσο δάνειο) ιταλική capitale +

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

καπιτάλι ουδέτερο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]