καραβανσαράι
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | καραβανσαράι | τα | καραβανσαράγια |
γενική | του | καραβανσαραγιού | των | καραβανσαραγιών |
αιτιατική | το | καραβανσαράι | τα | καραβανσαράγια |
κλητική | καραβανσαράι | καραβανσαράγια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τσάι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- καραβανσαράι < (άμεσο δάνειο) τουρκική kervansaray[1]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ka.ɾa.van.saˈra.i/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κα‐ρα‐βαν‐σα‐ρά‐ι
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]καραβανσαράι ουδέτερο
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] καραβανσαράι
→ δείτε τη λέξη καραβανσεράι |
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ καραβανσαράι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τσάι' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)