κουβαράς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Κουβαράς
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο κουβαράς οι κουβαράδες
      γενική του κουβαρά των κουβαράδων
    αιτιατική τον κουβαρά τους κουβαράδες
     κλητική κουβαρά κουβαράδες
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κουβαράς < κουβάρ(ι) + -άς

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ku.vaˈɾas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κου‐βα‐ράς

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

κουβαράς αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]