ναοδομία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /na.o.ðoˈmi.a/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ναοδομία θηλυκό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ναοδομία
|