νοτιοευρωπαϊκός
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]νοτιοευρωπαϊκός
- ο σχετικός με χώρες και λαούς της Νότιας Ευρώπης
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] νοτιοευρωπαϊκός
|