οχτασέλιδος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
οχτασέλιδος, -η, -ο
- που έχει οκτώ σελίδες
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
οχτασέλιδος
|
οχτασέλιδος, -η, -ο
|