παλαιοπαθολογία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η παλαιοπαθολογία οι παλαιοπαθολογίες
      γενική της παλαιοπαθολογίας των παλαιοπαθολογιών
    αιτιατική την παλαιοπαθολογία τις παλαιοπαθολογίες
     κλητική παλαιοπαθολογία παλαιοπαθολογίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

παλαιοπαθολογία < παλαιο- + παθολογία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

παλαιοπαθολογία θηλυκό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]