ραδιοπειρατικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ραδιοπειρατικός < ραδιοπειρατεία + -ικός
Επίθετο
[επεξεργασία]ραδιοπειρατικός, -ή, -ό,
- (τεχνολογία): ο σχετικός με ραδιοπειρατεία
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ραδιοπειρατικός
|