ρεάλ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ρεάλ < (άμεσο δάνειο) πορτογαλική ή (άμεσο δάνειο) ισπανική real
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ɾeˈal/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ρε‐άλ
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ρεάλ ουδέτερο άκλιτο
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
ρεάλ στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ρεάλ
|
Κατηγορίες:
- Δάνεια από τα πορτογαλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα πορτογαλικά (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα ισπανικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ισπανικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Νομίσματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)