υποσταθμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: υποστάθμη

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο υποσταθμός οι υποσταθμοί
      γενική του υποσταθμού των υποσταθμών
    αιτιατική τον υποσταθμό τους υποσταθμούς
     κλητική υποσταθμέ υποσταθμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

υποσταθμός < υπο- + σταθμός[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /i.po.staθˈmos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: υ‐πο‐σταθ‐μός

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

υποσταθμός αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]