φιλοτομαριστής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
φιλοτομαριστής αρσενικό
- που νοιάζεται μόνον για τα προσωπικά του συμφέροντα, την δική του ζωή αποκλειστικά, που βάζει πάνω από όλα τον εαυτο του ή το τομάρι του